ΤΑ ΤΟΠΙΑ ΤΗΣ ΣΟΥΛΑΣ

Mirlo entre ramas, 122 x 25 cm, óleo sobre tabla, 2005

Μ’ αυτόν τον τρόπο καταλαβαίνω εγώ τη διαδικασία  ολοκλήρωσης των έργων της :

  • 1. Παρατήρηση.  Ενδοσκόπηση στη μνήμη, κατάλοιπα αισθήσεων, εικόνων που εξέπληξαν, συγκίνησαν· μια ώχρα του αέρα, ένα χρυσαφί του δειλινού, ένα γήινο κόκκινο, ένα γήινο ψημένο κίτρινο, οι φωνές που αντηχούσαν στην παραλία, στο σπίτι, στους δρόμους, κάποιες γωνιές της Λέσβου, η θέα από τη θάλασσα της Λέσβου, η θέα της Αθήνας· πετώντας από τα άγονα , λευκά νησιά ως τις καμπυλόμορφες ζούγκλες, τις σκοτεινές κάτω από την υγρή ατμόσφαιρα και τα άσπρα, γκρίζα, μαύρα σύννεφα, στη γη της Γαλικίας, την καλυμμένη από δάση και βλάστηση· και με ποιόν τρόπο ετούτη η πυκνοφυτεμένη γη ενδυναμώνει, εξυψώνει, κάνει να αγαπάς εκείνην τη ζεστή  και  γυμνή γη ; και με ποιόν τρόπο ετούτη εδώ η υγρασία περιτυλίγει με βιολετί σελοφάν εκείνην την ξερή  και έντονη ζέστη ; Και το αντίστροφο. Έτσι λοιπόν, πρώτα κοιτάς, εξερευνάς μέσα σου στο βάθος και στο σκότος, στα ταραγμένα και παλλόμενα ύδατα των αισθήσεων, που πέρασαν στο χώρο της φαντασίας και εκεί παρέμειναν, όταν προσπαθούσαν να γίνουν κάτι, γιατί έχουν κάποιο αίνιγμα, είναι αίνιγμα, ζει μέσα τους το αίνιγμα που διατρέχει ολόκληρη τη ζωή μας, από την παιδική ηλικία μέχρι τα γηρατειά.

Οχι η παρατήρηση του κόσμου, η εικόνα των πραγμάτων που βρίσκονται έξω από εμάς, η τυχαία αντίληψη της πραγματικότητας, αλλά, πολύ αργά, η εξερεύνηση της ζωής, η εμβάθυνση στην έρευνα των τοπίων, τα οποία στη σιωπή της μνήμης ξεχωρίζουν σαν σύμβολα της ύπαρξης, μυστήρια κάλλους και νοήματος, αποκρυσταλλώματα εικόνων και συγκινήσεων, εικόνες, ναι, αλλά αποκάλυψης εαυτού, έκπληξης εαυτού μπροστά στη μαγεία των αισθήσεων.

  • 2.  Αργότερα, όταν φτάνει η ώρα της ζωγραφικής και αρχίζει να μουτζουρώνει τον λευκό μουσαμά ή το ανοιχτόχρωμο ξύλο για να τα φοβερίσει, όπως λέει η ίδια, όταν ζωγραφίζει και  φόρμες αρχίζουν να αναδύονται από τους λεκέδες, από τις μουτζούρες, τότε αρχίζει με άλλον τρόπο η ενδοσκόπηση·  φτάνει η στιγμή που θυμόμαστε εκείνο που κοιτάζαμε. Θυμόμαστε, όπως λέει ο Πλάτωνας, το αληθές για να το γνωρίσουμε για πρώτη φορά, σα να προϋπάρχει δηλαδή μέσα μας το αληθές, αλλά δεν το ξέρουμε και δεν έχουμε την επίγνωσή του μέχρι που να το θυμηθούμε. Ετσι φαντάζομαι εγώ ότι παρατηρεί η Σούλα την ουσία της ζωής, για να προσπαθήσει να την εκφράσει. Ζωγραφίζει για να θυμηθεί, στήνει ενέδρα στο αληθές που μπορεί να αναδυθεί από τις μουτζούρες, τις ακαθόριστες φόρμες από χρώματα, χρώματα πολλές φορές τόσο ωραία, που μπορεί κανείς πράγματι να καταφέρει να θυμηθεί κάτι, μια  …ανάμνηση. Ανάμνηση με την έννοια  της ανακάλυψης της αλήθειας σαν επιστροφή. Κοιτάζουμε μέσα μας  και βλέπουμε σα να επιστρέφει κάτι και να μας κάνει να θυμόμαστε… τί νόημα έχει η ζωή και πόσο όμορφα είναι όλα όταν γεννιούνται ή όταν συμβαίνουν και εμείς ακόμα δεν τα θυμόμαστε, έτσι με έναν τρόπο σχεδόν ασυνείδητο, σαν το ζεστό χάδι του ήλιου στο κορμί μας, την κρύα επαφή του νερού, το αλάτι στο δέρμα μας, το πόσο αληθινά είναι όλα γύρω μας λίγο προτού πέσει η νύχτα.

Μια διάσταση, μια διαρκής λειτουργία της ζωής είναι η θύμηση, επανειλημμένα να ανακαλύπτουμε σε κάθε βήμα το νόημα των πράξεών μας στο παρελθόν, στο παρόν και αυτών που ποτέ δε θα συμβούν στο μέλλον.

  • 3. Ο πίνακας έχει πάρει το δρόμο του και τώρα πια δε φτάνει μόνο να κοιτάξουμε μέσα μας, πρέπει να δούμε τον πίνακα έξω, να καταλάβουμε με ποιόν τρόπο, όλα όσα έχουν ήδη γίνει καθορίζουν αυτά που απομένει να γίνουν, πώς  συνταιριάζουν τα ήδη επιλεγμένα χρώματα, αναδεδειγμένα στην κάθετη επιφάνεια της εικόνας σαν αντικειμενικές αξίες. Μια διαδικασία καθαρά εικαστική, που πρέπει να επιβληθεί στην έμπνευση, στις μούσες, στη ματιά που τείνει αυθόρμητα προς την ουσία.

Αυτά βλέπω εγώ στα τοπία της Σούλας :

  1. Υπάρχει μια μπλε θάλασσα πλαισιωμένη από γη και ουρανό βιολετί. Μια βάρκα είναι αραγμένη στην όχθη. Τα πανιά είναι ανοιγμένα αλλά όχι τεντωμένα , δε φυσάει άνεμος κανείς, ούτε και αεράκι. Η θάλασσα είναι γαλάζια και καθηλωμένη σε μιαν επίμονη γαλήνη. Το χρώμα της δεν προέρχεται  από την ακτινοβολία ενός μακρινού ήλιου. Το μπλε της θάλασσας μας λέει ότι αυτή η θάλασσα είναι ζωντανή, πιο ζωντανή από όλα αυτά που την οροθετούν ή την καλύπτουν. Εχει χρώμα γιατί το χρώμα εδώ είναι ενδεικτικό της ζωντάνιας. Ετσι λοιπόν, αυτή η θάλασσα είναι η πιο ζωντανή και γαλήνια πραγματικότητα του πίνακα. Το μπλε είναι βαθύ και μεταφυσικό, όπως είναι ας πούμε του Καντίνσκυ όλα τα μπλε, αλλά απαλό και ήρεμο. Η θάλασσα  βρίσκεται δίπλα σε μια βάρκα αραγμένη στην όχθη, διατεθειμένη να αφεθεί , να διασχίσει τα νερά προς την ελεύθερη κατεύθυνση του αέρα, που θα φυσήξει προς τα εκεί όπου τα ίδια τα πανιά προστάζουν.
  2. Υπάρχει ένας σπορέας, πολύ Miller και πολύ Van Gogh, ειδικά όμως πολύ Σούλα. Ενα κοριτσάκι κοιτάζει τον σπορέα, από τα πολύ χαμηλά του χώρου της αναπαράστασης, πολύ μικρό το κορίτσι, αλλά με τόσο έντονη παρουσία, που κάνει να στρέφεται η προσοχή μας προς αυτό . Το κορίτσι σαν να κοιτάζει και να αισθάνεται μέσα του αυτό που συμβαίνει έξω απ’ αυτό: σα να παρατηρεί τη σπορά, εκεί στην πραγματικότητα αλλά, συγχρόνως τη βλέπει να συμβαίνει μέσα του και γι αυτό ξέρει ποιά είναι η σημασία της σποράς και το μέγεθος του σπορέα- μεγάλο όπως  στον πίνακα. Ο θεατής βλέπει τις σκέψεις του κοριτσιού γύρω απ’ όσα βλέπει, ζει, αισθάνεται. Και καθώς το κορίτσι αποτελεί μέρος της οπτασίας του, αποτελεί επίσης μέρος του πίνακα.
  3. Υπάρχει ένα όνειρο με σκιές, οι οποίες σα να θέλουν να πάρουν μορφή, που όμως η καλλιτέχνης ακόμα δε θυμάται και γι αυτό δε μπορεί να  δει : ένα όνειρο θολών σκιών, όπου πρωταγωνιστεί ένα ελληνικό κεφάλι. Ετσι φαίνεται να βλέπει ο καθένας μας τη ζωή: το οικείο συναίσθημα της ύπαρξής μας , με το αιώνιο μυστικό της δικής μας , έμμονης παιδικής ηλικίας και τα υπόλοιπα κάπως θολά, ασχεδίαστα, όπως η ομίχλη που πάντα σβήνει τις βεβαιότητες, ο υδατώδης ευσεβής πόθος με τον οποίο βερνικώνουμε τα πράγματα.
  4. Υπάρχει μια σκοτεινή παρουσία και ένα άγριο κοράκι, φοβερό, σκοτεινός οιωνός, ψυχρός και σιωπηλός παρατηρητής στις εργασίες της ατημέλητης, «ρομαντικής» φιγούρας, αποκλεισμένης από τη δύναμη των κυμάτων, ακαθόριστη, ασαφής ψυχή στη θάλασσα και στη νύχτα.
  5. Υπάρχουν δέντρα που μοιάζουν με χνουδάτες φωλιές, πυκνοϋφασμένες και ζεστές, σκορπισμένες σε μια γυάλινη ατμόσφαιρα ενός νοσταλγικού μπλε, μπλε σχεδόν πάντα του απογεύματος ή και της νύχτας, διακριτικού και χλιαρού, ίσως  και παγωμένου· σκορπισμένα σε μια διάχυτη γη, σα μαυρισμένοι και μαδημένοι καρποί από μυστηριώδεις, μικροσκοπικές καρδιές.
Barca en la orilla, 116 x 89 cm, óleo sobre lienzo, 2010, Los Paisajes de Sula

Ετσι λοιπόν τόσα και τόσα τοπία… αθώες και ζεστές οι μεσογειακές εικόνες, γλυκές, ποθητές, τρεμοπαίζοντας τα χρώματα στη ζέστη, η χαρά του κολατσιού στον ήλιο, μνήμες από παιχνίδια και εσωστρεφείς σιωπές στην παραλία, η παιδική ηλικία, ο κλασικισμός και συγχρόνως η ιστορία χωρίς μνήμη παρελθόντος και μέλλοντος, η διαχρονικότητα, τυχαίες εικόνες της ζωής. Επίσης όμως, απ’ την ατλαντική πλευρά, ανησυχία, ένταση, το νυχτερινό μπλε των κορακιών, μια ένταση του φόβου και του τρόμου όταν η ύπαρξη στέκεται βουβή μπροστά σ’ αυτά που συμβαίνουν στην αγνή φύση, μπροστά στην επίμονη θαλασσοταραχή. Εξαιρετικά τοπία της Σούλας : συγκινητικά οράματα, διακριτικά σύμβολα, γοητευτικές συλλήψεις, παράθυρα για να σκύψουμε να δούμε τη ζωή έτσι όπως την αισθανόμαστε βαθειά μέσα μας, στην αδάμαστη καρδιά μας , την πρωτόγονη κι αγνή, στα ενδόμυχα, όπου η συνείδηση των πραγμάτων κρυμμένη στο σκοτάδι, μόνο μέσω της τέχνης, όπως έλεγε και η γερμανίδα φιλόσοφος Hannah Arendt, μπορεί να βρει  την κατάλληλη έκφραση στο κοινό.

                                                                                      Αντόν Φέρνε